Θαυμαστής της Άρεντ, ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, επηρεασμένος από τη θεωρία της Άρεντ περί απολυταρχίας, και τη βιοπολιτική
του Φουκώ, προσπαθεί να αναλύσει το μοντέλο σύγχρονης κυβερνητικότητας, τη ρίζα
του οποίου βρίσκει στην προαναφερθείσα θεωρία της κατάστασης ανάγκης του Καρλ
Σμιτ. Ο Αγκάμπεν υιοθετεί την ανάλυση της Άρεντ περί διαχωρισμού ιδιωτικού και
πολιτικού και καταλήγει και στη δική του ανάλυση να καλεί σε μία ανακατάληψη
του πολιτικού ως δράσης που φανερώνει και διακόπτει τη σχέση νόμου και βίας.
Αυτό φαίνεται και στο παρακάτω απόσπασμα από την ομιλία που έδωσε στην Αθήνα ως
καλεσμένος του ΣΥΡΙΖΑ.
Ενώ ο έλληνας πολίτης καθοριζόταν από την αντίθεση
ανάμεσα σε ιδιωτικό και δημόσιο, ανάμεσα στον οίκο, που είναι ο τόπος
αναπαραγωγής της ζωής, και την πόλιν, τον τόπο της πολιτικής δράσης, ο
σύγχρονος πολίτης φαίνεται να κινείται σε μία ζώνη α-διαφορίας (μη-διαχωρισμού)
μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου [...].
Η πραγμάτωση αυτής της ζώνης αδιαφορίας είναι η κάμερα ασφαλείας, ο
παραδειγματικός μηχανισμός του κράτους ασφαλείας. Ο εχθρός είναι το ‘κράτος
ασφαλείας’ για τον Αγκάμπεν, γιατί σε αυτό η πολιτική ζωή και η δημοκρατία είναι
αδύνατη, και ο νόμος αλληλένδετος με τη βία. Όπως ήδη είπαμε, θα επανέλθουμε σε
επόμενη ανάρτηση στην ανάλυση του ‘κράτους ασφαλείας’ και της ‘κατάστασης
ανάγκης’, ως μίας μόνο μορφής εκδήλωσης
της βούλησης της άρχουσας-αστικής τάξης, που καθορίζεται από τις αντικειμενικές
συνθήκες της θέσης της στις σχέσεις παραγωγής, μέσω των κρατικών -ιδεολογικών
και κατασταλτικών- μηχανισμών. Αυτή η ανάλυση είναι που απουσιάζει από τον
Αγκάμπεν, ο οποίος, αν και αναγνωρίζει την σημασία του οικονομικού παράγοντα
στην άσκηση κυβέρνησης, δεν υιοθετεί τη διαλεκτική μέθοδο και δεν αγγίζει την
ταξική ανάλυση της κοινωνίας, βρίσκοντας σε αυτή ‘σπέρματα ολοκληρωτισμού’.
Έτσι καταλήγει να χρησιμοποιεί, όπως και η Άρεντ και ο Καστοριάδης, την
α-ταξική και αστική έννοια της δημοκρατίας, αναπολώντας το ειδυλλιακό παρελθόν
της Αθηναϊκής δημοκρατίας ως ιδανικό, παραβλέποντας τον ταξικό χαρακτήρα της
δουλοκτητικής εκείνης κοινωνίας.[1]
Αναφερθήκαμε ήδη στον Καστοριάδη, το φιλόσοφο της ‘αυτονομίας’ και της ‘άμεσης
δημοκρατίας’, τόσο αγαπητό και διαβασμένο από τους ‘αντιεξουσιαστές’ και τους
‘αναρχοαυτόνομούς’ μας. Εμπνευσμένος από το παράδειγμα της αρχαίας Αθήνας,
υποστήριξε θερμά την ιδέα της άμεσης δημοκρατίας, χωρίς να ρωτήσει όμως και
ποτέ, Δημοκρατία για ποιους; Δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τον Καστοριάδη για
την α-ταξική θεώρηση των κοινωνιών και των όρων που χρησιμοποιεί. Κανείς δεν
είναι υποχρεωμένος να είναι κομμουνιστής -εκτός αν θέλει να λέγεται άνθρωπος.
Πρέπει όμως να τονίσουμε την την α-ταξική,
δηλαδή αστική, φύση της ανάλυσης του
Καστοριάδη.
Παραβλέποντας την ίδια τη διαλεκτική φύση της δικτατορίας του
προλεταριάτου, ως μεταβατικής περιόδου, και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, που
δεν είναι μια ευθύγραμμη πορεία αλλά μια μακρόχρονη προσπάθεια με άλματα και
πισωγυρίσματα, στο άρθρο του 1949 ‘Οι σχέσεις παραγωγής στη Ρωσία’ ο
Καστοριάδης ανέπτυξε τη θέση ότι στη Σοβιετική Ένωση δεν υπήρξε σοσιαλισμός,
αλλά γραφειοκρατικός κρατικός καπιταλισμός, καθώς ο τρόπος παραγωγής δεν
συμβάδιζε με τον τρόπο διανομής. Στο λήμμα της Wikipedia βρίσκουμε τη διαπίστωση ότι στην ανάλυσή
του αυτή ο Καστοριάδης βοηθήθηκε από τη δουλειά στον ΟΟΣΑ. Ο ΟΟΣΑ είναι διεθνής οργανισμός
εκείνων των αναπτυγμένων χωρών που υποστηρίζουν τις
αρχές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και δημιουργήθηκε το 1948 -οπότε και ξεκίνησε να
δουλεύει εκεί ο Καστοριάδης- με σκοπό να διαχειριστεί το σχέδιο Μάρσαλ
(Marshall) για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης[2].
Φτάνουμε στο συμπέρασμα πως η δουλειά του φιλοσόφου της αυτονομίας και της
άμεσης δημοκρατίας σε ένα διεθνή οργανισμό που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των
οικονομιών των ιμπεριαλιστικών κρατών της Ευρώπης, τον βοήθησε να διατυπώσει τη
θέση περί γραφειοκρατικού κρατικού καπιταλισμού. Η θέση αυτή είναι ενδεικτική
του σύγχρονου αριστερού οπορτουνισμού που απορρίπτει τη σοσιαλιστική οικοδόμηση
και το κομμουνιστικό κίνημα του 20ου αιώνα. Το προσωπείο του
Καστοριάδη, αναρωτιέται κανείς, φοράει και ο Τζήμερος όταν υποστηρίζει την ίδια
ακριβώς θέση στην αποδόμηση του μαρξισμού μέσω facebook; Ή μήπως τις δύο θέσεις τις ενώνει κάτι
βαθύτερο; Η αντεπαναστατική τους ουσία;
Του παραχωρούμε την αυτονομία και την άμεση δημοκρατία του Καστοριάδη.
Χάρισμά του τέτοιες έννοιες κενές από ταξικό περιεχόμενο. Όμως, καμία σχέση δεν μπορούν
να έχουν όλα αυτά με την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος εκμετάλλευσης.
Η στάση μας απέναντι σε αυτές τις θεωρίες δεν μπορεί να είναι στάση αδιαφορίας. Θεωρίες τέτοιου είδους είναι επικίνδυνα αποπροσανατολιστικές. Καμία
αυτονομία και καμία άμεση δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει στο πλαίσιο των
καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, παρά μόνο ως επικίνδυνες ψευδαισθήσεις.
Ψευδαισθήσεις που λειτουργούν για να μπαλώνουν και να καλύπτουν τα ρήγματα και
τις αντιφάσεις των αστών.
Αναφερθήκαμε σε προηγούμενη ανάρτηση στο βασικό χαρακτηριστικό του
οπορτουνισμού που είναι οι ‘οβιδιακές μεταμορφώσεις’ ανάλογα με τις
κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις και την πορεία της ταξικής πάλης. Τι ενώνει
όλους αυτούς τους θεωρητικούς που προαναφέραμε, αναρωτιέται κανείς; Ο
αντι-κομμουνισμός. Η αντίθεση στον ‘απολυταρχισμό του κόμματος’, που καταλήγει
να είναι αντίδραση ενάντια στον καθοδηγητικό του ρόλο, ενάντια στην ένωση
θεωρίας και πράξης και τη συνειδητή συγκρότηση και δράση του εργατικού
κινήματος. Η αντίθεση στο σταλινισμό, που συγκαλύπτει τον τρόμο και την
αποστροφή προς τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Αυτοί που φοβούνται περισσότερο για
την ανατροπή της βολής τους είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως η σοσιαλιστική οικοδόμηση
όχι μόνο απέτυχε, αλλά δεν υπήρξε ποτέ.
Αλλά ο λαός ξέρει καλύτερα. Ο εργάτης -και ο αγρότης, ο αυτοαπασχολούμενος,
ο λαός που νιώθει στο πετσί του πως αυτό το σύστημα έχει ξοφλήσει- βλέπει πως
πίσω από την μικροαστική μάσκα-κατηγορία του απολυταρχισμού βρίσκεται ο
δημοκρατικός συγκεντρωτισμός απαραίτητος για να ξεχωρίζει η ήρα από το στάρι. Πως
πίσω από το μύθο για τα εγκλήματα του σταλινισμού κρύβεται το άγχος και η
αγωνία να κρυφτεί η πιο σημαντική προσπάθεια να οικοδομηθεί ένα σύστημα ανώτερο
από το καπιταλιστικό -χωρίς κρίσεις, ανεργία, εκμετάλλευση- με εργατική εξουσία, και αυτό κατορθώθηκε μέσα από την πρωτοπορία του προλεταριάτου και τον
καθοριστικό ρόλο του κόμματος στην ένωση μαρξιστικής θεωρίας και εργατικού
κινήματος.
[1] Αν και είναι εξαιρετικά δύσκολο να
γίνουν ακριβείς υπολογισμοί, γύρω στο 20% του πληθυσμού της δημοκρατικής Αθήνας
είχε πολιτικά δικαιώματα. Στο κατά μέσο όρο 80% χωρίς πολιτικά δικαιώματα
συγκαταλέγονται όλες οι γυναίκες, οι δούλοι, οι δούλοι που είχαν αποκτήσει την
ελευθερία τους, οι μέτοικοι, και οι ανήλικοι.
[2] Με
μία πρόχειρη έρευνα στο διαδίκτυο η θέση του Καστοριάδη στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και
Ανάπτυξης επιβεβαιώνεται και από άλλες πηγές, πέραν της Wikipedia. Ενδεικτικά παραθέτουμε τις εξής:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα ανώνυμα σχόλια δεν δημοσιεύονται. Δεν δημοσιεύονται σχόλια τα οποία θεωρούμε ότι δεν ανταποκρίνονται στην δική μας αντίληψη διαλόγου. Δεν γίνεται αποδεκτός αντικομμουνιστικός, φασιστικός, ρατσιστικός οχετός, καθώς και σχόλια προβοκατόρικου χαρακτήρα κάθε είδους. Οι διαχειριστές θεωρούν δικαίωμά τους την διαγραφή ή μη δημοσίευση οποιουδήποτε σχολίου κατά την κρίση τους και χωρίς υποχρέωση περαιτέρω εξηγήσεων.